FollowGeorge.gr

View Original

Diary: Η Βουλγαρία, οι "αναζητήσεις" μου και ο δεσμός μιας παντοτινής φιλίας

Η Σόφια είναι ένας must προορισμός! Δεν νοείται Έλληνας που να αγαπάει τα ταξίδια και να μην έχει σκεφτεί να βάλει ένα “τικ” στον χάρτη του εξερευνώντας μία ακόμη χώρα, τόσο κοντινή και τόσο γνώριμη στην ελληνική νοοτροπία. Έτσι λοιπόν, η πρωτεύουσα της Βουλγαρίας ήταν ένας προορισμός που έψαχνα μανιωδώς την ευκαιρία να επισκεφτώ.

Πρωί χειμωνιάτικου μήνα, έχω βγει να κάνω διάλειμμα στη δουλειά γραφείου μου εκείνης της εποχής και, απλά, “χαζεύω” το κινητό μου. Πόσο σύνηθες, πόσο βαρετό αλλά και πόσο ρεαλιστικό αν σκεφτείς τις ώρες που περνάμε οι περισσότεροι στα social media. Ένα διαφημιστικό με προσφορά σε αεροπορικά εισιτήρια, ένα τηλέφωνο στην Γεωργία και ένα “τελευταίο δάκρυ” πριν ροκανίσουμε και οι δύο το έλλειμμα μας για να κλείσουμε ένα ταξίδι “εξευτελιστικά” φθηνό.

Με τη Γεωργία έχουμε ζήσει τις πιο απρόβλεπτες και φανταστικές εμπειρίες. Έχει υπάρξει πηγή έμπνευσης μου σε όλα μου τα επαγγελματικά βήματα και σαν γνήσια “λέαινα”, είναι πάντα δίπλα μου σε όλες τις στιγμές. Φυσικά, έχουμε ζήσει και στιγμές απόλυτης... ένδειας, αλλά και άνεσης. Εκείνη την περίοδο της ζωής μας, τα οικονομικά μας ήταν αυτά του μέσου ανήσυχου φοιτητή και εργαζόμενου -κοινώς, φτώχεια, αλλά καλοπέραση! Ευχαριστημένοι και με τα λίγα εμείς λοιπόν, όπως πάντα, κλείσαμε τη βαλίτσα μας και φύγαμε για αεροδρόμιο.

“Βιτωράτο μου, με ένα βρακί μάς βλέπω να γυρνάμε…”, είπε, ένα χαμόγελο από καρδιάς και των δυο μας ακολουθεί και σε λίγο είμαστε έτοιμοι για απογείωση. Είναι τέλος Μάρτη, στα χέρια μας φοράμε το γνωστό “Μάρτη” και απολαμβάνουμε τις παγερές ακτίνες φωτός από το παράθυρο του αεροπλάνου. Η πόλη μοιάζει σαν να είχε χιόνια λίγες ημέρες πριν και μόλις είχαν λιώσει από τον ήλιο. Είναι πολύ πρωί και ο ιδιοκτήτης ενός διαμερίσματος μας ανοίγει την πόρτα στο φιλικό του σπίτι. Σε λίγα λεπτά θα περιπλανηθούμε σε όλη την πόλη και θα επισκεφτούμε τον Καθεδρικό Ναό Αλεξάντερ Νιέφσκι όπου θα θαυμάσουμε τον χρυσοποίκιλτο τρούλο του. Παντού στον δρόμο έβλεπες γλυκές γυναίκες να πουλάνε ακόμα “Μάρτηδες” και άλλες να πουλάνε μικρές χειροποίητες κούκλες που φορούσαν την παραδοσιακή στολή της Βουλγαρίας. Θα γυρίσουμε κάθε γωνιά της πόλης και θα προσπαθήσουμε να εξερευνήσουμε οποιοδήποτε “λόκαλ” μέρος πέσει στην αντίληψη μας.

Το πάρκο του Μνημείου του Σοβιετικού Στρατού θα μου μείνει αξέχαστο! Δεκάδες κόσμος, κυρίως φοιτητές, καθισμένοι στο γρασίδι να απολαμβάνουν τον ήλιο, και εμείς εκεί κάπου δίπλα –με έναν ακριβοπληρωμένο καφέ μεγάλης αλυσίδας– να προσπαθούμε να κάνουμε εντύπωση και να ανταλλάσσουμε νωχελικά βλέμματα με τους περαστικούς. Τις νύχτες, ίσως σταθήκαμε άτυχοι, ίσως απλά δεν το κυνηγήσαμε, όμως δεν τις ζήσαμε τρελά μέχρι το πρωί - με εξαίρεση μια βραδιά σε μια απολύτως άλλης εποχής και ελαφρώς κιτς ντίσκο, όπου βρεθήκαμε να τσουγκρίζουμε και να χορεύουμε με δεκαοχτάχρονους τουρίστες από όλη την Ευρώπη. Σε εκείνο το ταξίδι, είχαμε άλλες “αναζητήσεις”, συζητούσαμε πολύ, ψάχναμε σπάνια αναμνηστικά για φίλους, θέλαμε να πιούμε και να φάμε ό,τι καλύτερο μας επιτρεπόταν βάσει των οικονομικών μας. Η Γεωργία θα μου αγοράσει ένα βιβλίο του Φλωμπέρ, δώρο για την γιορτή μου, γραμμένο στα βουλγαρικά. Κοσμεί ακόμα την βιβλιοθήκη μου, στο Δουβλίνο πια, και κάθε φορά που μου λείπει η φίλη μου, ξεφυλλίζω τις σελίδες του για να την φέρω στην σκέψη μου.

Θα τσακωθούμε μέχρι το πρωί, για την εταιρία που θα δημιουργήσουμε –αν και ακόμα δεν έχει γίνει αυτό– όπως και για το πώς θα την ονομάσουμε. Με τη φαντασία μας θα διακοσμήσουμε όλα τα γραφεία, θα προσλάβουμε από δύο γραμματείς ο καθένας και τέλος θα αποφασίσουμε ποιος θα είναι ο εκπρόσωπος των media. Θα πέσουμε για ύπνο με το χάραμα, μια βραδιά πριν την 1η Απρίλη, με την ελπίδα ότι θα έχουμε ένα ήσυχο βράδυ. Δεν είναι τόσο απλό όμως… Το μεσημέρι θα μας βρει το ξύπνημα… εμένα ξεσκέπαστο σε ένα κρύο κρεβάτι και την Γεωργία στο πάτωμα της κουζίνας με ένα μαξιλάρι και μια κουβέρτα. Ήταν η πιο τραγελαφική στιγμή του ταξιδιού, αυτή, και όταν “κατά τύχη” μας έπιασε μια γιαγιά να ξεκρεμάμε έναν “Μάρτη” από ένα δέντρο.

Η πρώτη μέρα του Απρίλη, αν και δεν το γνωρίζαμε, είναι η ημέρα που οι ντόπιοι κρεμάνε τους “Μάρτηδες” τους στα δέντρα για να αποχαιρετήσουν αυτόν τον μήνα και να τιμήσουν την παράδοση τους, γνωστή και ως “Μπάμπα Μάρτα”. Η ομορφιά του τόπου μια τέτοια ημέρα δεν περιγράφεται… όλες αυτές οι κλωστές κρεμασμένες στα δέντρα και εκατοντάδες κόσμου να βρίσκονται στους δρόμους και να απολαμβάνουν άλλη μια ηλιόλουστη ημέρα.

Νοσταλγώ τις ξέγνοιαστες ημέρες, την αβεβαιότητα του αύριο, αλλά την σιγουριά του σήμερα που σου έδινε ελπίδα για το μετά. Στη Σόφια της Βουλγαρίας, έριξα το πρώτο μου δάκρυ που θα άφηνα την Ελλάδα δύο εβδομάδες αργότερα. Εκεί έλαβα την κλήση από τη δουλειά μου ότι έχω περάσει στο δεύτερο στάδιο. Η αγκαλιά εκείνη, ήταν από τις αγκαλιές που δε θα ξεχάσω ποτέ, μιας και δε θα είχα άλλη ημέρα για να αποχαιρετήσω την “αδερφή” μου.

Στην Βουλγαρία θα γυρίσω σε λίγους μήνες για επαγγελματικούς λόγους. Αυτή τη φορά όμως, θέλω τόσο πολύ να επισκεφτώ την Φιλιππούπολη, πατρίδα της γυναίκας του πατέρα μου, που μόνο από την περιγραφή της είναι μια πόλη… που σίγουρα έχω ερωτευτεί.

Σε ένα κουτί – πια! – έχω ένα μαγνητάκι με το παραδοσιακό κέντημα της Βουλγαρίας, κανά δυο (μπορεί και παραπάνω) “Μάρτηδες”, ένα body oil που αγοράσαμε με τα τελευταία κέρματα που είχαμε επάνω μας λίγο πριν φύγουμε και μία απόδειξη(!) από ένα νερό που μας κόστισε 3 ευρώ, πιθανά τα τελευταία μας.

Αυτή ήταν η Βουλγαρία “μου” λοιπόν και τις επόμενες ημέρες θα την γνωρίσεις και εσύ μέσα από το FollowGeorge.gr